Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

Ο ΚΈΝΤΑΥΡΟΣ Ή Ο ΙΠΠΟΚΈΝΤΑΥΡΟΣ (ΟΝΟΜΑΣΊΑ ΚΑΤΆ ΤΟΝ ΠΛΆΤΩΝΑ, ΤΟΝ ΞΕΝΟΦΏΝΤΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΛΟΥΚΙΑΝΌ) (Εικόνες)

Η αρχαιότερη αναπαράσταση
Κενταύρου είναι της Ύστερης
Γεωμετρικής περιόδου
Η μυθολογία αναφέρει ότι η γέννηση των παράδοξων αυτών πλασμάτων δημιούργησε πολλούς μύθους.
Ο επικρατέστερος αναφέρει ότι ο Ιξίωνας, βασιλέας των Λαπιθών, αφού δολοφόνησε άγρια τον πατέρα της μνηστής του, κυνηγημένος και περιφρονημένος από θεούς και ανθρώπους, βρήκε καταφύγιο εις το παλάτι του βασιλέα των θεών, του Δία.
 Αχάριστος όμως και ασεβής καθώς ήτο, επιχείρησε να βιάσει την Ήρα, τη σύζυγο του προστάτου και ευεργέτου του.


Κένταυροι σε τοιχογραφία της οικείας του Κάβιου Ρούφου στην Πομπηία. Photo Maicar ForlagGML.



Οργισμένος για την ασέβεια ο Δίας, τον τιμώρησε παραδειγματικά. Έδωσε τη μορφή της μεγαλοπρεπούς Ήρας σε μια Νεφέλη και ο τυφλωμένος από το ερωτικό πάθος Ιξίων ζευγάρωσε μ' αυτήν. Έπειτα ο Δίας τον έδεσε σε πυρωμένο τροχό ο οποίος γύριζε ασταμάτητα εις τον αέρα.

  Από την ένωση του Ιξίωνος με την Νεφέλη γεννήθηκε ο Κένταυρος, πλάσμα αποκρουστικό, που όμοιό του, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Πίνδαρος, δεν υπήρχε εις την πλάση.
Φρικιαστικό τέρας, όπου και οι Χάριτες αρνήθηκαν να παραβρεθούν εις τη γέννησή του.
Από την ένωση του Κένταυρου με τις φοράδες της Μαγνησίας γεννήθηκαν οι Ιπποκένταυροι, με μισό σώμα ανθρώπου και μισό αλόγου.

  Ο Πίνδαρος εις τα Πύθια μας αναφέρει ότι οι Κένταυροι της Θεσσαλίας μας προήλθαν από την ένωση του Ιξίωνος και μιας Νεφέλης.

  Ένας άλλος μύθος αναφέρει ότι οι Κένταυροι είχαν πατέρα τους το μυθικό φτερωτό άτι, τον Πήγασο. Μια διαφορετική εκδοχή θέλει τους Κένταυρους να γεννιούνται από το σπέρμα του Διός  το οποίο έπεσε εις τη Γη, όταν ο βασιλέας των θεών και ανθρώπων επιχείρησε αποτυχημένα να βιάσει τη θεά του έρωτος, την Αφροδίτη.

  Από αυτή την φυλή Κενταύρων, η οποία κατήγετο κατευθείαν από τους Ολύμπιους θεούς αναφέρουν ότι ήσαν πρόσχαροι, δίκαιοι, γεμάτοι γνώσεις, σοφία και αρετή. Φίλοι, σύμμαχοι, προστάτες, σύμβουλοι και δάσκαλοι των ανθρώπων. Κύριοι εκπρόσωποί τους ήσαν: ο Χείρωνας, υιός του Κρόνου και της νύμφης Φιλύρας, και ο Φόλος, υιός του Σιληνού και της νύμφης Μελίας.

  Για τους τους προερχομένους από την ένωση του Ιξίωνος και μιας Νεφέλης επίστευαν ότι ήσαν άγριοι, μοχθηροί, επιθετικοί, ζηλόφθονοι, πολεμοχαρείς.
 Η δύναμή τους ήτο τεραστία.  
  Μπορούσαν να μετακινούν ογκόλιθους, βράχια και πελώριους κορμούς δέντρων, τα οποία εκσφενδόνιζαν εις τους εχθρούς τους. Αγαπούσαν όμως και τα γλέντια, το πιοτό και τις διασκεδάσεις. Πανέμορφες θνητές και αγνές νύμφες των ποταμών και των δασών έπεφταν θύματα του ερωτικού τους πόθους των Κενταυρων.

Κένταυρος σε αγγείο.
 Ο πιο γνωστός μύθος ο οποίος σχετίζεται με τους Κένταυρους, είναι η σύγκρουσή τους με τους Λαπίθες, η περίφημη Κενταυρομαχία.

  Η σύγκρουση που ακολούθησε ήτο τρομαχτική, όπου οι Λαπίθες κινδύνεψαν σοβαρά να ηττηθούν. Χάρη όμως εις την βοήθεια και συμπαράσταση του βασιλέως των Αθηνών Θησέως, επιστήθιου φίλου του Πειρίθου, ο κίνδυνος απομακρύνθηκε, οι Κένταυροι νικήθηκαν και απωθήθηκαν εις τους πρόποδες του Πηνειού.

  Η φιλία των δύο μυθικών ηρώων, του Θησέως και του Πειρίθου, υπήρξε αγαπημένο θέμα εις τις διηγήσεις των αρχαίων Ελλήνων. Σύμφωνα με το μύθο οι δυο άντρες είχαν δώσει αμοιβαίο όρκο αιώνιας φιλίας και αλληλοβοήθειας. Αγαπούσαν και θαύμαζαν ο ένας τον άλλο για την  γενναιότητα, το θάρρος, την τόλμη, την εντιμότητα και το αίσθημα ευθύνης.

  Ο Πειρίθους πήρε μέρος, εις το πλευρό του Θησέως, εις την εκστρατεία κατά των Αμαζόνων και βοήθησε τον Θησέα εις την αρπαγή της ωραίας Ελένης από το ναό της Αρτέμιδος. Ο μύθος περιγράφει ως εξής το τέλος του Πειρίθου. Ο Πειρίθους ερωτεύτηκε την Περσεφόνη και θέλησε να την κάνει γυναίκα του. Με σύμμαχό του, τον αδερφικό του φίλο Θησέα κατέβηκε εις τον Άδη για να απαγάγει την Περσεφόνη.

Τα σχέδιά του όμως κατάλαβε ο βασιλέας του Κάτω Κόσμου. Αλυσόδεσε, λοιπόν, τους δυο επίδοξους απαγωγείς καθήμενους σε ολόχρυσους θρόνους. Αργότερα ο Ηρακλής όταν κατέβηκε εις τον Άδη, κατάφερε να απελευθερώσει τον Θησέα από τα δεσμά του. Όταν όμως προσπάθησε να λυτρώσει και τον Πείριθο από την αιχμαλωσία, τότε έγινε ένας μεγάλος σεισμός ο οποίος συγκλόνισε τον Κάτω Κόσμο αλλά και ολόκληρη την γη. Ο ήρωας τότε υπάκουσε εις την θεϊκή βούληση του Άδου, και εγκατέλειψε για πάντα τον Πείριθο  εις τον Κάτω Κόσμο.

  Οι Λαπίθες ήτο λαός της Θεσσαλίας. Γενάρχης τους υπήρξε ο Λαπίθης, υιός του Απόλλωνος και της νύμφης Στίλβης. Ο υιός του Φόρβος και οι εγγονοί του Αιγέως και Άκτορος εβασίλεψαν εις την Ηλεία. Οι Έλληνες αρχικά επίστευον ότι οι Λαπίθες είχαν κοινή καταγωγή με τους Κένταυρους.
  Κάποιοι άλλοι Κένταυροι όπως μας αναφέρει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης γεννήθηκαν από τον Απόλλωνα και την Ήβη, θυγατέρα του Πηνειού και κάποιας Ωκεανίδος. Άλλοι πάλι αναφέρουν ότι ήτο υιός του Απόλλωνα και της Στίλβης, θυγατέρα του Πηνέως και της Κρεούσης, αδελφός του Λάπηθου και πατέρας των Κενταύρων.

  Ένας από τους πιο γνωστούς ήτο ο Κένταυρος Χείρων αυτόν τον έπληξε ο Ηρακλής άθελά του με ένα από τα βέλη που είχε βουτήξει στα δηλητήριο της Λερναίας Ύδρας. Υπήρξε διδάσκαλος του Αχιλλέως, εις την τέχνη του πολέμου, εις τους δίδυμους Κάστορα και Πολυδεύκη την τέχνη του κυνηγιού, την ιατρική εις τον Ασκληπιό, όπως επίσης ήτο διδάσκαλος και του Ιάσωνος. Όταν επλήγη από το βέλος του Ηρακλή μη μπορώντας να αντέξει τους ανυπόφορους πόνους, έγινε θνητός, προσφέροντας την αθανασία του στον Προμηθέα.

Ωστόσο ο Ηρακλής παρακάλεσε τον πατέρα του Δία να δώσει ξανά την αθανασία στον Χείρωνα. Πράγματι ο Δίας καταστέρωσε τον Χείρωνα. Είναι αυτός που σήμερα ονομάζουμε αστερισμός του Τοξότου. Ο Κένταυρος στον ουράνιο θόλο στην θέση που βρίσκεται οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν πως το βέλος του έδειχνε στους Αργοναύτες το δρόμο προς την Κολχίδα.

  Εκτός του Χείρωνος ο Ηρακλής είχε σκοτώσει και άλλους γνωστούς Κενταύρους όπως του Φόλου, και αυτός εξίσου άδικος. Διότι ο άτυχος Κένταυρος, ενώ περιεργάζετο ένα από τα φαρμακερά βέλη του Ηρακλέους, τρυπήθηκε απ’ αυτό και ξεψύχησε. Απαρηγόρητος ο Ηρακλής για το διπλό χαμό, τον έθαψε με τιμές.

  Επίσης τον Κένταυρο Ευρυτίων καταδίωξε ο Ηρακλής εις τη Φολόη και τον σκότωσε έπειτα από παράκληση του Δεξαμενού, βασιλέως του Ολενού. Σύμφωνα με το μύθο ο Ευρυτίων εκβίαζε τον Δεξαμενό να του δώσει για γυναίκα του, την θυγατέρα του Μνησιμάχη. Ο Ηρακλής σκότωσε τον Ευρυτίωνα και παντρεύτηκε τη Μνησιμάχη.

  Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, η Δηιάνειρα ήτο θυγατέρα του Δεξαμενού. Και ο Ηρακλής σκότωσε τον Ευρυτίωνα κατά την τελετή του γάμου τους και παντρεύτηκε τη Δηιάνειρα.

  Τέλος ο Κένταυρος Νέσσος κατά ένα μύθο σκοτώθηκε εις το δάσος της Φολόης από τον Ηρακλή, κατά έναν άλλο συνέβει το εξής : Ο Νέσσος κατοικούσε πλησίον του Εύηνου ποταμού. Εις την περιοχή αυτή έμενε και η Δηϊάνειρα την οποία ερωτεύτηκε. Επειδή εκείνη δεν ενέδωσε εις τις παρακλήσεις του εκείνος τότε προσπάθησε να την βιάσει. Έντρομη η άτυχη γυναίκα έβαλε τις φωνές.

Ο Ηρακλής πρόλαβε και έστειλε τα φαρμακερά του βέλη στην καρδιά του Νέσσου.
  Ένας άλλος μύθος μας αναφέρει ότι ο Νέσσος προσεπάθησε να βιάσει την Δηϊάνειρα, ενώ την περνούσε εις την απέναντι όχθη του Εύηνου πουταμού εις την Αιτωλία. Όπου τον ετόξευσε ο Ηρακλής με τα δηλητηριώδη βέλη του.

  Εκδικούμενος ο Νέσσος παρέδωσε εις την Δηϊάνειρα τον δηλητηριασμένο χιτώνα του, λέγοντας ότι είναι ισχυρότατο φίλτρο, το οποίο θα μπορούσε να το χρησιμοποιήσει κατά των απιστιών του συζύγου της.

 Και δια αυτού του χιτώνος ο Ηρακλής απέθανε οικτρότατα. Ο Νέσσος έφυγε πληγωμένος από το δηλητηριώδες βέλος εις την χώρα των Λοκρών όπου εκεί απέθανε. Εκεί που απέθανε αναδίετο εκ του σώματός του τόση δυσοσμία, όπου οι Λοκροί της περιφερείας αυτής επωνομάσθησαν Οζολοί, όπως μας πληροφορεί ο Παυσανίας εις το Χ,38,2.

θέλησε να εκδικηθεί το φονιά του, αυτόν που αφάνισε ολόκληρη την πανίσχυρη φυλή του.
  Ο Πλάτωνας εις το έργο του «Φαίδρα» εις το στίχο 229D λέγει : «το των ιπποκενταύρων είδος», ο Ξενοφώντας εις το έργο του «Κύρου παιδεία» εις τον στίχο 4,3,17 λέγει : «εζηλωκέναι ιπποκενταύρους» αλλά και ο Λουκιανός εις το έργο του «Ζεύξις» εις τον στίχο 3 λέγει : «θήλειαν ιπποκένταυρον εποίησεν».

Αυτοί οι τρεις ονομάζουν Ιπποκενταύρους τους Κενταύρους, ερμηνεύοντας δε την λέξη, λέγουν ότι είναι αυτοί που ήσαν κατά το ήμισυ άνθρωποι και κατά το ήμισυ ίπποι.

  Οι πιο σημαντικοί Κένταυροι ήσαν : ο Άβας, ο Αργεύς, ο Άγριος, ο Άγχιος, ο Άνφαχος, ο Αμύδας, ο Αμύκος, ο Αμφίων, ο Αοβόλος, ο Αρήος, ο Άρκεος, ο Αρμανδίων, ο Άρπαγος, ο Άστυλος, ο Αφείδας, ο Αφαρεύς, ο Βιάνωρ, ο Βραβήνωρ, ο Βρήεος, ο Βρόμιος, ο Βηροκτόνος,   ο Γρυνεύς, ο Γρυφαίος, ο Δάφνις, ο Δημολέων, ο Δίκτυς, ο Δόρπος, ο Δορύλας, ο Δρύαλος, ο Δυναίος, ο Έλιμος, ο Εμμάχιας, ο Ενοπίων, ο Ερύγδουπος, ο Ετίφυλος, ο Εύρυεος, ο Εύρυοσμος, ο Έλοψ, ο Θαύμας, ο Θηράμων, Θηρεύς, ο Θούριος,  ο Ιμβρεύς, ο Ίππασος, ο Ιπποείων, ο Ισοπλής, ο Ιφίνοος, ο Κλάνις, ο Κρίεων, ο Κύλλαρας, ο Κυρηναίος, ο Λατρεύς, ο Λυκάβας, ο Λυκίδας, ο Λύκητος, ο Λυκόδας, ο Λύκος, ο Λούπων,  ο Μέδων, ο Μελαγχαίης ή ο Μελαγχέης, ο Μελανεύς, ο Μέρμερος, ο Μίμος, ο Μόνυχος, ο Νέσσος, ο Νύκεων, ο Ξόνιος, ο Οδίεης, ο Όϊκλος, ο Όμαδος, ο Όρειος, ο Ορνεύς, ο Παιάντωρ, ο Παλύνωρ ή Πολυάνωρ, ο Πειοήνωρ, ο Περαίος ή ο Πιεραίος, ο Περιμπίδης, ο Πραξίων, ο Πυράκμων, ο Πυρηΐος ή Πύρηιος, ο Ριφεύς, ο Ροίκος, ο Ροίεος, ο Τηλεβόας, ο Ύλης, ο Φαιοκόμης, ο Φόλος, ο Φρύξος, ο Χείρων, ο Χθόνιος και ο Χρόμις.

Ο Όμηρος στην Ιλιάδα τους ονομάζει «Φρήρες» και τους περιγράφει ως τριχωτούς ανθρώπους, αποκρουστικούς εις την όψη, ενώ στην Οδύσσεια τους παρομοιάζει με τους Σάτυρους.

  Επίσης αναφορά γίνεται από τον Φλέγωντα αλλά και τον Πλίνιο όπως θα δούμε κάτωθι.

  Ο Φλέγων ήτο ένας συγγραφέας του 2ου αιώνος π.Χ. ο οποίος γεννήθηκε εις Τράλλεις της Μικράς Ασίας, έζησε την εποχή του Αδριανού (76-138), και ο οποίος ασχολήθηκε με την παραδοξογραφία (δηλαδή την καταγραφή και παρουσίαση παράδοξων και παράξενων περιστατικών και φαινομένων), η παραδοξογραφία ήτο ένα αρκετά διαδεδομένο λογοτεχνικό είδος της εποχής του.

Το έργο του που αναφέρονται τα ανωτέρω είχε την ονομασία «Περί θαυμασίων».  (Ο Westermann τον αναφέρει στο έργο του « Paradoxografi - Παραδοξογράφοι», όπου αναφέρει όλους τους αρχαίους συγγραφείς που έχουν έργα που αναφέρονται σε Κενταύρους, Πάνες, Νεράϊδες, κ.α. παρόμοια) Ανάμεσα σε αυτές τις περιγραφές είναι και αυτή ενός κενταύρου που  αναφέρει ότι είδε ο ίδιος με τα μάτια του εις την κατοικία του Ρωμαίου αυτοκράτορος Αδριανού.

  Αναφέρει το συγκεκριμένο απόσπασμα: «Ένας κένταυρος είχε βρεθεί στην Σαύνη, ήτο μία πόλη της Αραβίας επάνω σε ένα υψηλό βουνό που είναι γεμάτο θανατηφόρα δηλητήρια. Το δηλητήρια έχει το ίδιο όνομα με την πόλη και είναι μία δραστική θανατηφόρος ουσία που δρα γρήγορα και αποτελεσματικά.

  Ο Κένταυρος αιχμαλωτίστηκε ζωντανός από τον βασιλέα του … ο οποίος τον έστειλε εις την Αίγυπτο μαζί με άλλα δώρα για τον αυτοκράτορα Κλαύδιο. Ο Κένταυρος έτρωγε κρέας. Δεν του άρεσε όμως η αλλαγή περιβάλλοντος και πέθανε. Έτσι ο διοικητής της Αιγύπτου τον ταρίχευσε και τον έστειλε στη Ρώμη.

  Αρχικά τον είχαν σε δημόσια θέα στο παλάτι. Το πρόσωπό του ήταν περισσότερο άγριο από ό,τι είναι το πρόσωπο ενός ανθρώπου. Τα δάκτυλά του ήταν τριχωτά και τα πλευρά του ήταν ενωμένα με τα μπροστινά του πόδια και την κοιλία του. Είχε τις δυνατές οπλές ενός αλόγου και χαίτη του ήταν καστανόξανθη. Ωστόσο, εξαιτίας της ταριχεύσεως τόσο η χαίτη του όσο και το πρόσωπό του είχαν σκουρύνει. Όσον αφορά το μέγεθός του δεν ήταν όπως συνήθως παρουσιάζουν τους κενταύρους, αλλά δεν ήταν ούτε και μικρός.

Όπως αναφέραμε υπάρχουν και άλλοι κένταυροι στην πόλη Σαύνη. Όσον αφορά αυτόν που στάλθηκε στη Ρώμη, όποιος έχει αμφιβολίες μπορεί να πάει στη Ρώμη και να τον δει ταριχευμένο στην προσωπική αποθήκη του αυτοκράτορα.»

Παρόλο που ο Φλέγων έζησε πολύ αργότερα από την εποχή του αυτοκράτορα Κλαύδιου (41-54 κ.ε.) το πιθανότερο είναι να άντλησε τις πληροφορίες του από τα αυτοκρατορικά αρχεία της βιβλιοθήκης του παλατιού την εποχή του αυτοκράτορα Αδριανού. Την ίδια πληροφορία μας παραδίδει ένα άλλο κείμενο για να επιβεβαιώσει το περιστατικό.

  Ο Πλίνιος στο έργο του «Φυσική Ιστορία» αναφέρει: «Ο αυτοκράτορας Κλαύδιος γράφει ότι ένας κένταυρος γεννήθηκε στη Θεσσαλία και πέθανε την ίδια μέρα. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του είδαμε πραγματικά έναν κένταυρο που τον έστειλαν από την Αίγυπτο διατηρημένο μέσα σε μέλι.»

  Ο αυτοκράτορας Κλαύδιος—σύμφωνα με τον Πλίνιο—σε ένα από τα χαμένα του έργα αναφέρεται στη γέννηση ενός κενταύρου υποδηλώνει το ενδιαφέρον του για το συγκεκριμένο θέμα. Αυτό ίσως να εξηγεί να την αποστολή σαν δώρο του προαναφερθέντος κενταύρου στον Κλαύδιο από τον βασιλέα της περιοχής της Σαύνης καθώς και τις ενέργειες του διοικητού της Αιγύπτου να στείλει και αυτός ένα ανάλογο δώρο στον αυτοκράτορά του.

Τέτοιες κινήσεις όχι μόνο αποτελούσαν πράξεις σεβασμού, αλλά δημιουργούσαν και ένα καλό κλίμα στις σχέσεις του κέντρου με την περιφέρεια καθώς οι διοικητές των επαρχιών επιδίωκαν να κερδίσουν με κάθε τρόπο την εύνοια του αυτοκράτορα. [αναπαραγωγή μέρους του σχετικού άρθρου εις την ακόλουθο ιστοσελίδα: thecuriosityofcat.blogspot.gr]

  Οι κένταυροι ήταν αποτέλεσμα σεξουαλικής ενώσεως ανθρώπου – ανδρός με θηλυκά άλογα.
 Η κτηνοβασία υπήρχε ανέκαθεν. Και σε κάποιες περιπτώσεις έφερνε φρικτά αποτελέσματα.
  Πάντως η κτηνοβασία υπήρχε πάντοτε στη ζωή του ανθρώπου. Ιδιαίτερα τα παλαιότερα χρόνια. Αν και σήμερα πολλές κυρίες τη «βρίσκουν» με τους σκύλους τους, και πολλοί χωριάτες με τα θηλυκά ζώα τους.

   Αλλά παλαιά ήτο τόσο διαδεδομένη που για να μπει φραγμός, ο νομομαθής του Μεσαίωνος Κωνσταντίνος Αρμενόπουλος [1320-1380], στον  «αστικό κώδικα» που συνέταξε, περιλάμβανε και διάταξη κατά οποία  όποιος «συνελαμβάνετο να κτηνοβατεί, εκαυλοκοπείτο». [http://www.koutouzis.gr/terata.htm].

   Η σημερινή ονομασία Τοξότης εις τον αστερισμό δόθηκε τον 5ο αιώνα π.Χ. από τον Κλεόστρατο και διατηρήθηκε από τον Ίππαρχο μέσω της «Μεγάλης Αστρονομικής Συντάξεως» [Μεγίστη, Almagest] τον Πτολεμαίο.

  Οι Κένταυροι απεικονίζονται από τους αρχαίους στα πιο πρωτόγονα μνημεία με ανθρώπινο σώμα μπροστά και με προσκολλημένο πίσω το πισινό μέρος του αλόγου, με τρόπο που εκείνη την περίοδο έχουν ανθρώπινα πόδια μπροστά, καθώς εμφανίζονται στα πλακίδια ενός περιδέραιου που ευρέθηκε στην Κάμειρο της Ρόδου.

  Αντίθετα οι αγγειογράφοι της Αττικής σε ανασκαφές που έγιναν  στην Ακρόπολη των Αθηνών ευρέθησαν δύο αγαλματάκια, που δίνουν ακριβή ιδέα για το πως οι καλλιτέχνες του 6ου π.Χ. αιώνος γνώριζαν τους Κενταύρους. Με τα μπροστινά πόδια σε πόδια αλόγου, το κεφάλι παίρνει με έκφραση λιγότερο άγρια.

  Βλέπουμε αναπαραστάσεις τους εις τα διαζώματα του Θησείου, εις τις μετόπες του Παρθενώνος, εις το διάζωμα του ναού της Φιγαλείας. Οι κυριότεροι μύθοι, εκεί που παίζουν οι Κένταυροι ένα ρόλο, απεικονίζονται διαδοχικά σε σκηνές γεμάτες κίνηση, που ευτυχώς μερικά δείγματά τους διασώθηκαν.

  Ο Ζεύξις, ο μεγαλύτερος ζωγράφος της αρχαιότητος, έχει ζωγραφίσει θηλυκό Κένταυρο ή άλλως Κενταύρισσα, όπου υπάρχουν και σε μερικά ανάγλυφα σαρκοφάγων παράλληλα με την περιγραφή του Λουκιανού. Ο Ζεύξις είχε ζωγραφίσει μια Κενταύρισσα να θηλάζει ένα παιδί. Ολόκληρο το κάτω μέρος του κορμιού της είναι αλόγου, με γυναικείο το πάνω μέρος του κορμού της και το σύνολο είναι πολύ αισθητικό και χαριτωμένο.

  Κατά την Ελληνιστική εποχή οι καλλιτέχνες επιδόθηκαν στο να εξάρουν ακόμα περισσότερο την ανθρώπινη πλευρά των Κενταύρων. Ωραία ψηφιδωτά τους παρουσιάζουν να συμπλέκονται με θεριά, προπάντων με λιοντάρια προσπαθώντας να τα σκοτώσουν με ογκόλιθους ή με ακόντια.

    Στην Πέλλα σε ανασκαφές ευρέθηκε αποσπασματικό ψηφιδωτό με ζεύγος Κενταύρων, ενός αρσενικού και ενός θηλυκού. Ο αρσενικός Κένταυρος δεξιά κρατά φιάλη, ο θηλυκός Κένταυρος ή άλλως Κενταυρίνα αριστερά πιθανόν οινοχόη. Διακοσμούσε το κατώφλι ανδρώνα με το ψηφιδωτό του κυνηγιού του λιονταριού [325 - 300 π.Χ.].

  Επίσης στην Πέλλα σε κατώφλι ανδρώνος [αρχές 3ου αιώνος π.Χ.] ψηφιδωτό δείχνει θηλυκό Κένταυρο εμπρός σε είσοδο σπηλιάς. Η οποία στο αριστερό της χέρι κρατάει ραβδωτή φιάλη και με το δεξί της χέρι ρυτό που καταλήγει σε κεφάλι πιθανόν σκύλου. Πίσω δηλώνεται σχηματικά ένα δέντρο.
 
Η φωτογραφία κάτωθι:
εκ της ιστοσελίδος http://www.komvos.edu.gr/mythology/ent2/2_kentauroi.html
Το ενδιαφέρον με τις παραστάσεις των Κενταύρων στην Πέλλα στα δύο κατώφλια ανδρώνος είναι η σπανιότατη απεικόνιση θηλυκού Κενταύρου. Επομένως, το ψηφιδωτό του Καναλιού, όπου η Κενταυρίνα  ετοιμάζεται να προσφέρει σπονδή μπροστά στη σπηλιά των Νυμφών και του Διονύσου, είναι πιθανό να αναπαριστά τελετή που θα εγίνετο συχνά στον χώρο που διακοσμούσε το ψηφιδωτό. Στην περίπτωση αυτή, του ρεαλισμού, δεν θα πρέπει να αποκλείσουμε τη μεταμφίεση πιστών ή ιερέων σε χορό Κενταύρων.

  Τέλος υπάρχουν σε έντεκα μετόπες του δωρικού ρυθμού στον τάφο της κρίσεως στις ανασκαφές στην αρχαία Μίεζα οι οποίες διακοσμούνται με σκηνές από τη σύγκρουση Κενταύρων και του θεσσαλικού λαού των Λαπιθών, με την τελική νίκη των τελευταίων και την εκδίωξη των Κενταύρων από τη Θεσσαλία. [http://pantheon.20m.com/kentauroi.htm]

  Το άνωθεν ψηφιδωτό είναι από τη βίλα του Αδριανού (κάτωθι φωτογραφία ) κοντά στο Tivoli της Ιταλίας, όπου αναπαριστάνει μια γυναίκα Κένταυρο η οποία σκοτώθηκε από μια τίγρη και ένας κένταυρος αρσενικός επιτίθεται με μια πέτρα η τίγρη στην αριστερή πλευρά μια λεοπάρδαλη που παρακολουθούν τη σκηνή. Ευρίσκεται και εις την ιστοσελίδα : www.s8int.com όπως επίσης εις την ιστοσελίδα : https://sites.google.com/site/romeandromania/hellenism/politistike-kleronomia-ellenismou/dorians]



Οι ανασκαφές του Πανεπιστημίου Τένεση στο Πήλιο, έφεραν στο φως ακόμα ένα στοιχείο που αποδεικνύει ότι τίποτα από την Μυθολογία μας δεν είναι ψέματα και ότι Μύθος δεν σημαίνει κάτι το φανταστικό αλλά κάτι το πέρα για πέρα πραγματικό.
Η σχολή του Πανεπιστημίου σε ανασκαφές που έκανε ανακάλυψε το σκελετό ενός Κενταύρου.
Η είδηση πέρασε σε εφημερίδες τις περιοχής με πολύ ενδιαφέρον.
Ενδιαφέρον δεν έδειξε ούτε ένας αρμόδιος, ούτε έντυπα πανελλήνιας κυκλοφορίας.



Οι φωτογραφίες προέρχονται από την ιστοσελίδα του Πανεπιστημίου του Κεντάκυ, όπου αναφέρεται και οι επιστήμονες που έκαμαν το ανασκαφικό έργο. Επάνω ο σκελετός κάτω τα ανασκαφικά κτερίσματα.


Στην ιστοσελίδα του Πανεπιστημίου του Τένεση το οποίο έκανες ανασκαφές εις το Πήλιο αναφέρονται όλα τα στοιχεία είναι : [Http://web.utk.edu/~blyons/centaur.html ]
Ο καθηγητής ο οποίος έκαμε αυτήν την σπουδαία ανασκαφή είναι ο κάτωθι :
Beauvais Lyons, Director
Hokes Archives
School of Art
1715 Volunteer Blvd.
University of Tennessee
Knoxville, Tennessee 379962410
phone: 8659743202
fax: 8659743198
email: blyons@utk.edu


  Ακολουθεί αντιγραφή της ιστοσελίδος του Πανεπιστημίου του Τέννεση, όπου και φυλάσσεται ο ανακαλυφθείς σκελετός του Κενταύρου του Βόλου. Εύρημα από τις ανασκαφές του Πανεπιστημίου την περίοδο όπου ήτο υπουργός Πολιτισμού ο Ελ. Βενιζέλος.

  Το κείμενο είναι αυτούσιο εις την αγγλική γλώσσα.

THE CENTAUR EXCAVATIONS AT VOLOS
The University of Tennessee, Knoxville is known internationally for its research on centaurs. The Jack E. Reese Galleria in the Hodges Libary includes one of the finest adult male centaurian specimens yet discovered, and the library includes the most extensive collections of centaurian epic literature in the south-eastern United States. From 1998 through 2001, annual panel sessions were held at the University Center to present the last Centaurian Research by noted scholars at the University of Tennessee. Click here for a record of these presentations, and follow the link to "Special Projects."
"Do you believe in Centaurs?"
observations on the process of bringing
"The Centaur Excavations at Volos"
to the University of Tennessee, Knoxville's Hodges Library
written in June 1994 by Beauvais Lyons, Professor of Art
A myth is defined in the modern desk edition of Webster's New World Dictionary as "any fictitious story, person or thing." Mythic creatures such as mermaids, unicorns, bigfoot, minotaurs and a host of other zoomorphic monstrosities, often combine human and animal attributes. Creatures such as these, which generally appear in works of art, can be understood as fantastic archetypes which fulfill a basic human need to express the unconscious through symbols and metaphor. From this perspective, the ancient Greek myth of the centaur, a half-human, half-horse creature which inhabited the forests of Thessaly represents a potent combination of human intelligence and animal desires. The centaur becomes even more loaded when it is presented as a scientific fact.
These issues make "The Centaur Excavations at Volos," a permanent display installed three years ago in the John C. Hodges Library at the University of Tennessee in Knoxville engaging. Like other works of archaeological fiction [see end note #1], this display uses the conventions of scholarship to present a work of fiction as authentic. The only clue that the viewer should be skeptical is the showcase title plaque, which includes the question "Do you believe in centaurs?"
"Of course not," you (and every other college educated viewer) responds. But here, in an elegantly constructed showcase, complete with a faux marble base and simulated wood panels are the skeletal remains of a centaur burial along with various inscribed clay tablets. On the back side of the showcase is a screen printed text panel in which this specimen is described as "one of three centaur burials discovered in 1980 by the Archaeological Society of Argos Orestiko eight kilometers northeast of Volos, Greece." The text panel includes a map of Greece, a 16th century woodcut and a drawing depicting centaurs, a photograph of a relief sculpture of a centaur from the Parthenon and a print showing the anatomy of an adult male centaur. The text and the visual data are presented in the dry, scholarly manner common to archaeological exhibits
"Do you believe in centaurs?" I asked one student who approached and seemed perplexed with the display. "I'm not sure" he responded, "but it sure looks authentic." Looks are, of course, deceiving. As a culture, we are constantly bombarded with fictions represented as fact by the tabloid press, simulations of reality in docu-dramas and countless examples of what Umberto Eco calls "hyper-realities;" from shopping malls to theme parks. If the experience this display engenders is authentic, maybe it is real?
After further discussion with this student I finally revealed that the display is a work of art, and hence fiction. The centaur (made from the tea stained bones of a pony and a deteriorating human skeleton) was originally constructed by Bill Willers, a Professor of Biology at the University of Wisconsin-Oshkosh who is also an artist. Willers exhibited the project at the Madison Art Center as well as several college galleries in the mid 1980's before putting the work in storage in a friend's barn. In 1992, Neil Greenberg, from the UTK Department of Zoology and I undertook a campaign to raise funds to purchase the display for the university. We were able to secure a prominent location on campus for the exhibit with a commitment from the library and generated support from a variety of campus organizations. I designed the showcase and exhibition text and Bob Cothran from the UTK Department of Theater painted the fake marble and wood panels.
While presenting a work of fiction as fact may be construed as counter productive to the educational mission of the university, Paula Kaufman, Dean of the UT Libraries endorsed the exhibit as a valuable object lesson on importance of skepticism. Many students are conditioned to believe the word of authorities, whether they be academic, political, scientific or religious. This work of academic parody functions as a conscious form of self-critique, deconstructing the authority of the library itself.
For Al Burstein, (former) chair of the UTK University Studies Program and a primary supporter of the project, the centaur underscores a key heuristic issue; that the experience of having a deeply held belief disconfirmed (as in the hoax dehoaxed) is critical to self-conscience epistemology and thus the educational process. In this respect, the exhibit functions like the professor, who after a persuasive lecture on a particular topic concludes by informing the students that 90% of the lecture is bogus. The students are then assigned to write a short essay which sorts out the lecture's facts from fictions. When a colleague of mine was subjected to this teaching method as a student at the University of Michigan, she recounted that her never again took anything for granted.
Aesthetically, "The Centaur Excavations at Volos" employs camouflage techniques, as it is perfectly integrated into its surroundings. The design of the showcase, its proportions, color and prominent position in the "Jack E. Reese Galleria" make it appear as if the library is built around the display in the same manner that a mausoleum is built around a sarcophagus. These formal attributes, like the content of the exhibit reinforce its apparent authority.
The centaur also obscures the distinctions between art and science. While modern science is generally thought of as a systematic knowledge derived from observation, study and experimentation, science may also be thought of as akin to art; a skill or technique applied to a particular discipline. For this reason we might use the expressions "the science of boxing" and "the art of boxing" interchangeably. As a work of art created by a scientist, the centaur provides a unique bridge between the scientific and artistic camps which comprise the modern university.
This leads one to pose the question; what is the role of art in a university setting? Should art provide aesthetic backgrounds, (what one might call "visual musak") for the more important task of scientific research and cultural critique? Or can art play an active role in the academy?
While the University of Tennessee has had a highly successful sculpture tour for more that a decade, the function of art in a public setting has undergone a significant transformation in the recent past. This shift, initiated by the controversy surrounding Richard SerraÍs "Tilted Arch" at Federal Plaza in Washington, DC has seen the artist attempt to meet his or her audience half way, often working with architects and citizen groups to ensure public artworks will serve a beneficial role in the community. While Serra's brand of modernism represents the artist standing alone, often against the public, recent public art projects, even those which critique institutions and cultural practices, are more often intended to work with, rather than against their audience. This exhibit, having the imprint of an interdisciplinary committee of faculty is similarly conscious of its social and pedagogical purposes.
The process by which the exhibit was brought to campus was by no means direct, and provides an interesting case study for interdisciplinary public art projects in a university setting. At a lunch hour forum sponsored by University Studies in the Fall of 1992, I presented the proposal to a group of thirty faculty and students from across campus. While many attending the forum were interested in the project, some felt that it should only be funded through private donations. ñWhat would the tax payers of Tennessee think if we purchased a centaur?î claimed a former Faculty Senate President from the Department of Economics. Just as Jesse Helms tried to rally support against publically funded works of art, it was felt that this project would be subjected to similar criticism. In response, I contended that the university should have the academic freedom to allocate resources in any way that enhances its educational and research mission [see end note #2].
In the end, student organizations on campus were a major source of revenue for the project, particularly the Cultural Affairs Board and the Student Exhibits Committee. Additional funding came from University Studies, the Office of Student Affairs and private donations.
In January 1993, in association with our efforts to bring the display to campus, University Studies sponsored a forum on the topic "Hoaxing in Science and Teaching" which included presentations by myself and faculty from various disciplines as well as a guest appearance by the media con artist Joey Skaggs. Skaggs is a major figure in the field of media jamming, as he has created imaginary events and other phenomena for media consumption for over twenty years. Among his various media hoaxes, he once fooled UPI into running a story about a fictitious Colombian entomologist who developed a dietary supplement derived from cockroach hormones which cured everything from menstrual cramps to acme and arthritis. The presentations for the forum covered a wide range of approaches to hoaxing, from parodies in which ironic signals may be clearly discerned to outright deceptions for financial gain or to lend credibility a theological or philosophical point of view. One pedagogical benefit of the hoax is its capacity to cultivate a healthy sense of skepticism, which is, after all, a primary goal in teaching.
While this event was important in generating more interest in the proposal, the issue of presenting a work of fiction under the pretext of non-fiction was still a problem for some faculty. One person asserted that a convincing display on centaurs would imply that the library endorsed the existence of centaurs. This argument assumes that the library can verify the authenticity of every "non-fiction" text in its collection. Instead, the library serves a descriptive rather than prescriptive function. Exhibits such as the centaur critique the institution of the library and the assumptions behind its practice. In so doing, it helps to remind all of us that we must be critical of authoritative claims to truth.
Given the need to bring together a wide range of disciplines to make the exhibit useful to the whole university community, I assembled a "Centaur Installation Committee." The display had already generated objections from faculty in the Department of Classics due to two errors in the Latin inscription on an etching by Willers showing the anatomy of an adult male centaur. With the prospect of over 1,000 high school Latin students coming to campus for a conference the following summer, it was important to make sure the fiction was as convincing as possible. The committee was composed of eight faculty from a variety of disciplines, all of whom made valuable suggestions regarding the particulars of the display, the showcase and the exhibition text. However, at our first meeting on July 8, 1993 we opened a whole new can of worms; state regulations regarding the display of human remains.
The human portions of the centaur were acquired by Willers from his department at the University of Wisconsin. For many years the department had a human skeleton from India which had been used for class exercises and was starting to deteriorate. Willers replaced the departmentÍs classroom skeleton with a plastic version so that he could appropriate the older, authentic specimen.
Tennessee has two statutes pertaining to the display of human remains. One, which doesnÍt apply to the centaur, bans the display of Native American remains. The second (Û 39-17-312) is loosely titled "abuse of corpse," and addresses a person who "physically mistreats a corpse in a manner offensive to the sensibilities of an ordinary person." Would the centaur be construed as abuse of corpse according to this statute?
My attempts to get the Office of the Knox County District Attorney to render an opinion on the matter were unsuccessful. In a memo to me dated July 12, 1993 they stated that their office "does not provide advisory opinions to individuals pertaining to criminal violations," referring me (instead) to the State of Tennessee Attorney GeneralÍs Office in Nashville. I quickly learned that law, like art, can provoke multiple interpretations.
To clarify the legal issue, I asked Paula Kaufman to send a memo to Beauchamp Brogan, the Secretary and General Council for the University of Tennessee to request an advisory opinion regarding the exhibit. In a memo to Kaufman dated July 30, 1993, Brogan claimed that he was aware of the proposed exhibit and had no legal concerns for the university. He writes:
"There is a specific statute which allows unclaimed bodies of persons who die at (a) publicly supported institution to be distributed among medical, dental and anthropologic institutions in the state for use in study and ïfor the promotion of science alone.Í T.C.A. Û 68-4-103, 68-4-104. This statute does not apply to the Centaur exhibit. However, it does illustrate that there are situations involving the ïuseÍ of corpses which do not violate the criminal statute. Also, there are mummies and other human remains in various museums around the state, including the state museum in Nashville. If the university displays the Centaur and uses it in a dignified, scholarly manner, it is highly improbable that someone will accuse the University of acting in an illegal manner. Also, aside from legal concerns, the University needs to be sensitive to the reaction of Indian students on our campus."
Brogan's concern about displaying the centaur in a "scholarly and dignified manner" resulted from language in a funded grant proposal to the Cultural Affairs Board from the previous Spring which read:
"Considering the excavations were conducted at 'Volos', a name which has a remarkable resemblance to 'Vols' (the common abbreviation for the Tennessee Volunteers), it is quite possible that the centaur exhibit will engender the same mythological status as (an emblem of the university) the torch bearer or our mascot, 'Smokey' the blue tick hound. It is easy to imagine a time when the image of a centaur sporting a coon skin hat and carrying a rifle will be screen printed on sweatshirts worn by thousands of UT students. In addition, the centaur could become the basis for fraternal rites of passage, a central motif in homecoming parades and the inspiration for a catalogue on the mytho-poetics of science. The impact of this project on the cultural life of our campus may be greater than any of us can even fathom."
While the language of this paragraph is a response to the typical grant application query "How many people will the project impact?" it had been my hope that the public nature of the exhibit would allow it to play a symbolic role in the popular culture of the university. Most college students do not look to art or religion for an experience of the sublime. Instead, this need is generally filled through the spectacle of college football, pep rallies and homecoming parades. While art is generally divorced from mainstream culture, if an exhibit like this elicit public involvement on par with college sports, it comes dangerously close to being too ritualistic and pagan.
The exhibit has the potential to come in conflict with status quo religious beliefs in another respect as well. The ancient Greeks, who generally represented centaurs as wild and promiscuous, used the metaphor of the half man, half horse to express the animal nature of humans. By using the metaphor of the half man, half animal ñThe Centaur Excavations at Volosî underscores a very basic truth; human nature can not be separated from its animal, and hence evolutionary origins. This aspect of the exhibit is in some respects ironic, as in 1925 Tennessee was the first state to outlaw the teaching of evolution, a law which was later overturned in the famous trial of the science teacher John Scopes. Trials such as these protect public education from religious intervention. Exhibits such as "The Centaur Excavations at Volos" as possible, in great part, because academic and artistic freedom are seen as mutually beneficial. Art can play a vital role in the academy, even in situations when you speak with your tongue in your cheek.
NOTES:
1. For more information on the genre of archaeological fiction see my articles "Art of the Trickster," Archaeology, March/April, forum section, p. 72 and "The Excavation of the Apasht: Artifacts from an Imaginary Past," Leonardo: Journal of the International Society for the Arts, Science and Technology, Pergamon Press: Oxford University, Vol. 18, no. 2, pp.81-89.
2. It is difficult to separate the issue of academic freedom from patronage. The modern university is a consequence of the secularization of higher education. While tax payers fund public universities under the assumption that universities enhance the economic vitality of the state, the role of art within this system of patronage is usually problematic when the work is overtly political or sexual. For more information on this subject see my 1991 article "Artistic Freedom and the University," Art Journal, Winter, Vol. 50, no. 4, pp. 77-83
The Hokes Archives operates under the direction of Professor Beauvais Lyons at the University of Tennessee, Knoxville School of Art in the UTK Print Workshop.
The Hokes Archives was founded in 1901 by Everitt Ormsby Hokes and is devoted to the fabrication and documentation of rare and unusual cultural artifacts. Some of the more important aspects of the collection include the Aazudians and the Apasht, both of which have been the subject of major exhibitions organized by the archives. A lesser known aspect of the collection are the Arenot who were the subject of a 1980 exhibition. Beauvais Lyons, Director of the Hokes Archives is available to give presentations and lectures on a variety of topics related to the collection. The Hokes Archives also played a role in bringing "The Centaur Excavations at Volos" to the Hodges Library on the University of Tennnessee, Knoxville campus.
A significant new addition to the Hokes Archives is the The Spelvin Collection, one of the most important collections of contemporary folk art. This exhibition includes the work of 11 artists, encompassing paintings, prints, drawings and sculpture. In addition to being a research center, the Hokes Archives assembles national traveling exhibitions presenting selected works from the collection. A traveling exhibition featuring the "George and Helen Spelvin Folk Art Collection" is currently touring the United States. To read an essay about issues raised by this exhibition, check here.
Correspondence should be addressed to:
Beauvais Lyons, Director
Hokes Archives
School of Art
1715 Volunteer Blvd.
University of Tennessee
Knoxville, Tennessee 37996-2410
phone: 865-974-3202
fax: 865-974-3198
email: blyons@utk.edu
   Επίσης περίπωση «Κενταύρου» υπήρχε σε δημοσίευμα της εφημερίδος «Ελεύθερος Τύπος» της 19ηςΑυγύστου του έτους 1993 με τον τίτλο «Ο άνθρωπος άλογο». Όπου ανέφερε μεταξύ άλλων ότι ο Κάγια [άλογο] κι ο νεογέννητος υιός του έχουν κάθε λόγο να νιώθουν διαφορετικοί από τα υπόλοιπα άλογα της φάρμας του Δρ. Πήτερ Ντέβρις στο Κεντάκυ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Μέσα εις το DNA τους υπάρχει κι ανθρώπινο γενετικό υλικό, αφού αποτελούν το πιο πρόσφατο «δημιούργημα» του Ολλανδού επιστήμονος. Ο Δρ. Πήτερ Ντέβρις λέγει : ο μπαμπάς Κάγια [άλογο] γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1991, από φυσιολογικά άλογα, μόνο που εις την διαδικασία της συλλήψεώς του επενέβη ο ίδιος και πρόσθεσε και ανθρώπινο γενετικό υλικό. Αποτέλεσμα ο Κάγια  γεννήθηκε με ανθρωπόμορφα χαρακτηριστικά, τα οποία κληρονόμησε και ο υιός του, ο οποίος γεννήθηκε πριν μερικές εβδομάδες. Το άρθρο είναι αναδημοσίευση από την εφημερίδα Weekly World News,  και το οποίο έχει γίνει το κύριο θέμα πολλών συνεδρίων της γενετικής [Αρχαία ελληνικά παράδοξα – κεφάλαιο λβ σελίδα 116 Κωνσταντίνος Ποταμιάνος – εκδόσεις Ελεύθερη σκέψις].


Πηγή : απο το υπο έκδοση βιβλιου του Ομήρου Ερμείδη το καλοκαιρι του 2014 απο τις εκδόσεις "Ελεύεθρη Σκεφ"




Πηγή:
pirforosellin.blogspot.gr