Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015

"Ανασκαφές ξεκινούν πάλι στον Ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο"

Ξεκινούν και πάλι οι ανασκαφές στον Ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο, μια από τις πιο σημαντικές μνημειακές κατασκευές του αρχαίου κόσμου που συγκαταλέγεται στα επτά θαύματα του κόσμου.

Η επικεφαλής των ανασκαφών στην αρχαία πόλη της Εφέσου, καθηγήτρια Sabine Ladstatter, δήλωσε ότι οι ανασκαφές θα επικεντρωθούν σε τέσσερις περιοχές της αρχαίας πόλης και ότι οι εργασίες θα ξεκινήσουν στο ναό, καθώς και σε λουτρά της οθωμανικής περιόδου και στον τύμβο Çukuriçi, σε έναν οικισμό στο νότιο τμήμα της Εκκλησίας της Θεοτόκου.
Οι πιο πρόσφατες ανασκαφές έγιναν στο Ναό της Αρτέμιδος πριν από 20 χρόνια, σύμφωνα με την Ladstatter.


«Θα είναι μια πολύ σημαντική και συναρπαστική ανασκαφή για εμάς. Ελπίζουμε να βρούμε στοιχεία που θα επιβεβαιώσουν τις υποθέσεις μας. Θα επιδιώξουμε να δώσουμε απαντήσεις σε χρόνιες ερωτήσεις όπως αν υπήρξε ποτέ εκκλησία στην περιοχή του Ναού της Αρτέμιδος», δήλωσε η Ladstaetter, προσθέτοντας ότι η διενέργεια ανασκαφών δεν ήταν εύκολη στην περιοχή του ναού, λόγω του υψηλού υδροφόρου ορίζοντα.

Παραδόξως, η έλλειψη βροχής που δυσκόλεψε φέτος τις γεωργικές εργασίες έχει δημιουργήσει πλεονεκτήματα όσον αφορά την αρχαιολογία.
Η επικεφαλής των ανασκαφών στην αρχαία πόλη της Εφέσου, καθηγήτρια Sabine Ladstatter δηλώνει ότι στόχος της είναι φθάσει στα κατάλοιπα της ρωμαϊκής περιόδου.
«Φέτος είμαστε τυχεροί γιατί τα υπόγεια νερά αποσύρθηκαν. Αυτό το κάνουμε συνήθως χειροκίνητα με αντλίες. Τώρα θα προχωρήσουμε πιο γρήγορα. Σχεδιάζουμε να εργαζόμαστε μέχρι την περίοδο των βροχών. Στόχος μας είναι να φτάσουμε τα κατάλοιπα του ναού της ρωμαϊκής περιόδου», δήλωσε η αυστριακής καταγωγής καθηγήτρια.

Η Ladstatter πρόσθεσε ότι ενώ η Έφεσος είναι μία από τις πιο γνωστές ανασκαμμένες περιοχές παγκοσμίως, ο Ναός της Αρτέμιδος δεν προσέλκυσε πολλούς επισκέπτες.
«Μπορεί να γίνει επισκέψιμος ο ναός για τους επισκέπτες σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Μουσείων της Εφέσου. Ωστόσο, δεν υπάρχουν πάρα πολλά ορατά κατάλοιπα του ναού στην περιοχή. Αυτός είναι ο λόγος που δεν υπάρχουν πληροφοριακές πινακίδες για τους επισκέπτες», δήλωσε η Ladstaetter.
Μέγεθος όσο ένα γήπεδο ποδοσφαίρου
Ο πρώην επικεφαλής του Αρχαιολογικού Μουσείου της Εφέσου, Cengiz İçten, δήλωσε ότι η άδεια για τις νέες ανασκαφές στο ναό είχε ζητηθεί εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα και ότι έχουν αποκαλυφθεί σημαντικά ευρήματα κατά τη διάρκεια των προηγούμενων ανασκαφών.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο ναός ολοκληρώθηκε το 550 π.Χ. και ήταν μια τεράστια και εντυπωσιακή κατασκευή εξ ολοκλήρου από μάρμαρο.
«Πρόκειται για έναν ναό, ύψους 18 μέτρων χτισμένο πάνω σε τεράστιους κίονες, καταλαμβάνοντας μια έκταση μεγέθους ενός γηπέδου ποδοσφαίρου. Η κατασκευή αυτή ήταν μία από τις πιο μεγαλοπρεπείς της αρχαιότητας. Αλλά με την πάροδο του χρόνου, ο ναός έχασε το μεγαλείο του. Πιστεύεται ότι οι κίονες του ναού χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή άλλων κτιρίων».
Η ιστορία του

Ο Κροίσος ήταν ο τελευταίος βασιλιάς της Λυδίας, μιας περιοχής της Μικράς Ασίας. Ήταν γνωστός για τα πολλά πλούτη του. Το 560 π.Χ. πρόσταξε να χτίσουν έναν μεγαλοπρεπή ναό στην Έφεσο. Λέγεται πως την ελληνική αυτή πόλη την έχτισαν οι Αμαζόνες.
Η κατασκευή του πρώτου μνημειώδους ναού της Αρτέμιδος στην Έφεσο, του τέταρτου κατά σειρά ναού που υπήρξε στην ίδια τοποθεσία, θα πρέπει να ξεκίνησε περί το 560 π.Χ. επί βασιλείας του Κροίσου της Λυδίας, ο οποίος ανέλαβε και τη χρηματοδότηση για την κατασκευή των κιόνων. Επρόκειτο για έναν από τους πρώτους αρχαίους ναούς που κατασκευάστηκαν εξ ολοκλήρου από μάρμαρο και σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Χερσίφρονα από την Κρήτη με τη βοήθεια του γιου του Μεταγένη και του Θεόδωρου από τη Σάμο.
Ο Κροίσος αποφάσισε να χτίσει το ναό προς τιμήν της Θεάς Άρτεμης, που ήταν η Θεά της Σελήνης και προστάτιδα των άγριων ζώων και των κοριτσιών. Ο ναός κτίστηκε από μάρμαρο και ασβεστόλιθο, υλικά που μεταφέρθηκαν από γειτονικούς λόφους. Κάπου 120 μαρμάρινοι κίονες υποστήριζαν το κύριο τμήμα του ναού. Κάθε κίονας είχε ύψος 20 μέτρα. Οι τεράστιοι ογκόλιθοι μεταφέρθηκαν εκεί με τροχαλίες και συνδέθηκαν με μεταλλικούς πείρους. Μετά την ολοκλήρωση της οροφής καλλιτέχνες διακόσμησαν το κτίριο με υπέροχες γλυπτές παραστάσεις. Στη μέση του ναού υπήρχε το μαρμάρινο άγαλμα της Άρτεμης. Ο ναός υπήρξε από τους μεγαλύτερους του κλασικού κόσμου, πολύ μεγαλύτερος από τον Παρθενώνα που χτίστηκε αργότερα στην Αθήνα. Η βάση των θεμελίων του είχε μήκος 131 μέτρα και πλάτος 79 μ.
Το αέτωμα διακοσμούσαν 4 χάλκινα αγάλματα αμαζόνων που, όπως περιγράφει ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, φιλοτεχνήθηκαν σε έναν καλλιτεχνικό διαγωνισμό στη γλυπτική τέχνη, ο οποίος θα πρέπει να πραγματοποιήθηκε γύρω στο 450 π.Χ., προκειμένου να εορταστεί η οριστική περάτωση του ναού που θεμελιώθηκε επί Κροίσου.
Στο διαγωνισμό αυτό συμμετείχαν ορισμένοι από τους μεγαλύτερους γλύπτες της εποχής: ο Φειδίας, ο Πολύκλειτος, ο Κρησίλας, ο Φράδμωνας και ο Κίδωνας με νικητή τον Πολύκλειτο. Αργότερα, ο Πραξιτέλης πρέπει να φιλοτέχνησε άλλα αγάλματα για το βωμό του ναού.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο αποτέλεσε σημαντικό πόλο έλξης για επισκέπτες και περιηγητές, φιλοσόφους και ποιητές, μέχρι που στις 21 Ιουλίου 356 π.Χ. καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά από τον Ηρόστρατο, ο οποίος τον πυρπόλησε με μοναδικό στόχο να μείνει το όνομά του αθάνατο στην Ιστορία, πράγμα που κατά μια έννοια εξασφάλισε.

Όπως αναφέρει και ο Αντίπατρος ο Σιδώνιος, ο οποίος θεωρείται ο εμπνευστής της λίστας με τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, το μεγαλείο του ναού της Αρτέμιδος υπερβαίνει κάθε άλλο από τα υπόλοιπα μνημεία.
Ο ναός της Αρτέμιδος, χαρακτικό του Martin Heemskerck (1498 – 1574)
«Έχω δει τους μεγαλοπρεπείς Κρεμαστούς κήπους της Βαβυλώνας, το Άγαλμα του Ολυμπίου Διός, τον Κολοσσό της Ρόδου και τις Πυραμίδες της Αιγύπτου, όπως ακόμα και το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού, αλλά όταν βλέπω τον ναό της Αρτέμιδος που αγγίζει τον ουρανό τα υπόλοιπα μνημεία χάνουν την λαμπρότητά τους. Εκτός από τον Όλυμπο, ο ήλιος δεν φάνηκε πουθενά αλλού τόσο μεγαλοπρεπής όσο εδώ». – βλ. Αντίπατρος, Ελληνική μυθολογία, (IX, 58)
Κατά σύμπτωση, την ημέρα της καταστροφής του ναού, γεννήθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος. Λέγεται μάλιστα από τον Πλούταρχο ότι τη νύχτα της καταστροφής του ναού η θεά Άρτεμις δεν μπόρεσε να τον προστατέψει γιατί ήταν απασχολημένη με τη γέννηση του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η οποία συνέπεσε με τη νύχτα της πυρκαγιάς.
Η πυρπόληση του ναού προκάλεσε τόσο εκτεταμένες καταστροφές, που οι Εφέσιοι αποφάσισαν να τον χτίσουν εξ ολοκλήρου από την αρχή, χρησιμοποιώντας, όπως και οι πρόγονοί τους εξάλλου, τα ερείπια του προγενέστερου ναού ως θεμέλια για το νέο, τον πέμπτο κατά σειρά ναό που χτίστηκε στην ίδια τοποθεσία και που, λίγους αιώνες αργότερα, θα συγκαταλεγόταν ανάμεσα στα επτά θαύματα της αρχαιότητας.
Αρχιτέκτονες αυτού του ύστερου κλασικού ναού ήταν ο Παιόνιος και ο Δημήτριος, στους οποίους ο Στράβωνας προσθέτει και τον Χειροκράτη, ενώ ο Βιτρούβιος τον Δεινοκράτη.
Ο νέος ναός, ανακατασκευασμένος στα πρότυπα του προγενέστερου, είχε διαστάσεις 65×125 μ. και συνολικό ύψος που υπερέβαινε τα 32 μ., ενώ ήταν χτισμένος σε ένα βάθρο ύψους 5 μ. περίπου, ζωσμένο με μια πλατιά κλίμακα με 10 μαρμάρινα σκαλοπάτια, που οδηγούσε στον πρόδομο.
Ο νέος ναός, ένα θεαματικό κτίριο από απαστράπτον μάρμαρο, υψωνόταν σαν δάσος από 127 στήλες πάνω σε ένα υπερυψωμένο βάθρο πλάτους 72 μέτρων και μήκους 126. Δεν φημιζόταν μόνο ως ο ωραιότερος ναός του ελληνικού κόσμου, αλλά ήταν επίσης ένας από τους μεγα­λύτερους, σχεδόν διπλάσιος σε μέγεθος από τον Παρθε­νώνα των Αθηνών.
Η κεντρική αίθουσα του ήταν τόσο μεγάλη, ώστε δεν μπορούσε να στεγαστεί και έτσι παρέμεινε χωρίς οροφή, ανοικτή κάτω από τον ουρανό. Γύρω από το ναό υπήρχε μια διπλή σειρά από λιτούς, ιωνικούς κίονες, 19 μέτρα ύψους με τεράστια λαξευμένα κιονόκρανα. Όπως και στον προηγούμενο ναό, η βάση μερικών κιόνων ήταν στολισμένη με μεγάλες χρωματιστές ζωφόρους που έδιναν μια εντύπωση μεγαλοπρέπειας.
Ψηλά, στο κέντρο των αετωμάτων εκεί οπού συνήθως υπάρχουν γλυπτές φιγούρες, βρίσκονταν τρεις μεγάλες πόρτες. Αυτό το ασυνήθιστο χαρακτηριστικό χρησίμευε ίσως για να εκτίθεται κάποιο άγαλμα σε περιόδους εορτών ή για να βγαίνει n ιέρεια και να ευλογεί τα πλήθη.

Ο ναός βρισκόταν μέσα σ’ έναν ιερό περίβολο στην ελώδη πεδιάδα έξω από την πόλη της Εφέσου, πρωτεύουσας κατά τη ρωμαϊκή εποχή, της επαρχίας της Ασίας. Κάθε χρόνο, στο γενέθλια της Αρτέμιδος, μια πομπή ξεκινούσε από την πόλη για να καταλήξει στο ναό. Προορισμός της ήταν να τιμηθεί το μεγάλο λατρευτικό άγαλμα που δέσποζε στο άδυτο. Ξέρουμε πως έμοιαζε αυτό το άγαλμα από τα αρχαία αντίγραφα που βρέθηκαν στα ερείπια της Εφέσου.
Ο ναός της Αρτέμιδος, χαρακτικό του Hendrik van Cleve III
Σύμφωνα με τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, ο οποίος σημειωτέον δεν διευκρινίζει εάν αναφέρεται στον αρχαϊκό ή στον ύστερο κλασικό ναό, το Αρτεμίσιο αποτελούταν από 127 ραβδωτούς κίονες ύψους 18 m περίπου, οι 36 από τους οποίους στολίζονταν με περίτεχνες ανάγλυφες διακοσμήσεις, μία από τις οποίες ήταν φιλοτεχνημένη από τον περίφημο γλύπτη Σκόπα.
Οι σύγχρονοι αρχαιολόγοι θεωρούν ότι ο Πλίνιος θα πρέπει να αναφερόταν στον ύστερο κλασικό ναό και ότι ο σωστός αριθμός των κιόνων θα πρέπει να ήταν 117 και όχι 127.
Σύμφωνα μ’ αυτήν την προσέγγιση, ο ναός ήταν και πάλι δίπτερος, με δύο σειρές από 21 κίονες στις μακριές πλευρές του ναού, 3 σειρές από 8 κίονες στην είσοδο του ναού και δύο σειρές από 9 κίονες στο πίσω μέρος του.
Λέγεται μάλιστα ότι το 334 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος, ο οποίος είχε μόλις αρχίσει την εκστρατεία του κατά της Περσικής αυτοκρατορίας, προσφέρθηκε να αναλάβει τα έξοδα της ανοικοδόμησης του νέου Αρτεμισίου, υπό τον όρο να αναγραφεί το όνομά του στο κτήριο. Οι Εφέσιοι όμως αρνήθηκαν ευγενικά την προσφορά του νεαρού βασιλιά, λέγοντας διπλωματικά ότι «ως ου πρέπει θεώ θεοίς αναθήματα κατασκευάζειν», ότι δηλαδή δεν αρμόζει σε ένα θεό να κάνει δώρα σ’ άλλο. Τόσο ο αρχαϊκός, όσο και ο ύστερος κλασικός ναός θα πρέπει να καλυπτόταν εν μέρει από μία ελαφρά αμφικλινή στέγη, η οποία κάλυπτε μόνο την περιβάλλουσα κιονοστοιχία και κατέληγε σε γείσο ή αέτωμα, αφήνοντας έτσι ένα μεγάλο κεντρικό τμήμα ανοιχτό στον ουρανό που σχημάτιζε ένα είδος εσωτερικής αυλής.
Το 262/263 μ.Χ. το νέο Αρτεμίσιο καταστράφηκε εκ νέου, αυτήν τη φορά από Γότθους εισβολείς. Οι ακαταπόνητοι Εφέσιοι όμως, τον αναστήλωσαν εν μέρει ξανά, καθώς εκτός από την τεράστια σημασία που προσέδιδαν στη λατρεία της θεάς τους, αναγνώριζαν και τη ζωτική σημασία που είχε ο ίδιος ο ναός για την ευημερία τους. Μετά όμως από τις νέες ζημιές που προξένησε ένας σεισμός, ο ναός καταστράφηκε πλέον ολοκληρωτικά από τους ζηλωτές της νέας θρησκείας του Χριστιανισμού, που είχε εμφανιστεί τέσσερις αιώνες νωρίτερα.
Στις αρχές του 5ου μ.Χ. αιώνα, ο Θεοδώρητος στο έργο του Εκκλησιαστική Ιστορία αναφέρει ότι ο ναός υπέστη ξανά καταστροφή (το 406 περίπου) με εντολή του Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Ο Ιωάννης την εποχή αυτή είχε απομακρυνθεί εξόριστος από τον πατριαρχικό θρόνο, ενώ την ίδια χρονική περίοδο, βρισκόταν σε ισχύ ο νόμος του Αρκάδιου (399) που απαγόρευε την καταστροφή των αρχαίων ναών. Με το πέρασμα του χρόνου η λάσπη κατέκλυσε το λιμάνι της Εφέσου και η πόλη κατάντησε ασήμαντη! Οι Γότθοι λεηλάτησαν στη συνέχεια το ναό και οι πλημμύρες ολοκλήρωσαν την καταστροφή.
Η σύγχρονη ανακάλυψή του

Σύμφωνα με τον İçten, ο ναός ανακαλύφθηκε από τον Turtle Wood, μηχανικό σιδηροδρόμων την δεκαετία του 1860, και πολλά από τα μοναδικά εκθέματα του μεταφέρθηκαν λαθραία εκτός Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. «Μερικά από αυτά εκτίθενται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο», πρόσθεσε.
John Woods
Ο στόχος του Wood ήταν εξαιρετικά δύσκολος. Η λάσπη είχε καλύψει κάθε ίχνος του ναού. Οι αναφορές των Ρωμαίων συγγραφέων περιείχαν μόνο πολύ αόριστες ενδείξεις για την τοποθεσία του, παρόλο που έχοντος διαβάσει τον Στράβωνα, ο Wood ήξερε πως ο ναός πρέπει να βρίσκεται έξω από τα ερείπια της Εφέσου.

Τελικά, η καλή τύχη και η επιμονή οδήγησαν τον Wood στην επιτυχία.
Τα πρώτα χρονιά ήταν δύσκολα. Τα μικρά και άθλια τούρκικα χωριά, κοντά στο χώρο της αρχαίας πόλης, δεν παρείχε τις ευκολίες που ζητούσε ένας Ευρωπαίος και ο Wood αναγκάστηκε να μένει σε ένα ξενοδοχείο που απείχε τέσσερις ώρες από εκεί.
Η μέρα του άρχιζε στις 6 το πρωί και τελείωνε στις 8 το βράδυ, αλλά, από όλες αυτές τις ώρες, μόνο έξι περνούσε επιβλέποντος επιτόπου τη δουλειά των Τούρκων εργατών.
Το ζεστό καλοκαίρι του 1863, ο Wood έσκαψε 100 βαθιά χαντάκια κοντά στην Έφεσο χωρίς να έχει τίποτα ως σημείο αναφοράς. Ήταν σαν να ζητούσε βελόνα στα άχυρα. Όταν τα λεφτά του εξαντλήθηκαν στις αρχές του επομένου χρόνου, δεν είχε ακόμα πλησιάσει στον στόχο του. Τότε ακριβώς ήταν που το Βρετανικό Μουσείο άλλαξε γνώμη και αποφάσισε να προσφέρει κεφάλαια για την ανασκαφή.
Και πάλι όμως, πέρασαν τέσσερα χρόνια πριν έλθει στο φως το -κλειδί- για την τοποθεσία του ναού. Επρόκειτο για μια επιγραφή που καθοδηγούσε τη μεγάλη πομπή προς μια μεγαλοπρεπή τελετή για τα γενέθλια της θεάς, υποδεικνύοντας της να φύγει από τον ναό ακολουθώντας την ιερά οδό και περνώντας στο θέατρο, από τη Μαγνήσια Πύλη.
Εφοδιασμένος με αυτή τη νέα πληροφορία, ο Wood έπρεπε απλώς να εντοπίσει τη Μαγνήσια Πύλη και να ακολουθήσει την αρχαία οδό μέχρι το ναό. Ακόμα και τώρα η τύχη ήταν εναντίον του. Χρειάστηκε άλλος ένας χρόνος σκληρής δουλειάς πριν οι πρώτες πέτρες του ναού έρθουν στο φως, ενάμισι χιλιόμετρο από την πύλη της πόλης και πέντε μέτρα κάτω από την επιφάνεια της πεδιάδας.
Ο Wood πέρασε άλλα τέσσερα χρόνια ανασκάπτοντας τα ερείπια του ναού και στέλνοντας πολλά από τα γλυπτά που ανακάλυπτε στο Βρετανικό Μουσείο, όπου εκτίθενται μέχρι σήμερα. Βρέθηκαν επίσης και μερικά θραύσματα γλυπτικής κατά τις ανασκαφές του 1904-1906 με επικεφαλής τον David George Hogarth. Τα ανάγλυφα αυτά που προέρχονται από την ανακατασκευή του ναού τον 4ο αιώνα καθώς και μερικά από τις προγενέστερες φάσεις του, που είχαν χρησιμοποιηθεί ως υλικό για την ανοικοδόμηση του, ενώθηκαν και εκτίθενται σήμερα στην «Αίθουσα της Εφέσου» στο Βρετανικό Μουσείο.
Οι κατοπινές ανασκαφές, οι τελευταίες των οποίων έγιναν από τους Αυστριακούς, πρόσθεσαν πολλές λεπτομέρειες σχετικά με την ιστορία της τοποθεσίας – αλλά δεν βελτίωσαν πολύ την εμφάνιση της. Ο μεγάλος ναός της Αρτέμιδος εμφανίζει σήμερα το θλιβερό θέαμα ενός σωρού από πέτρες και σπονδύλους κιόνων που συχνά μετατρέπεται σε λίμνη, όταν ανεβαίνει η στάθμη των υδάτων. Το δάσος των κιόνων έδωσε τη θέση του σε καλαμώνες γεμάτους υδρόβια πουλιά και μόνο το μέγεθος των ερειπίων θυμίζει στον επισκέπτη, πως εδώ βρισκόταν κάποτε ο λαμπρότερος ναός του ελληνικού κόσμου.

Hurriyet Daily News, Wikipedia, Perasma, Έρρωσο



Πηγή:
crashonline.gr